Θα μπορούσε να είχε γραφτεί μόλις χθες. Κι όμως, είναι κείμενο του 2012, μία εβδομάδα μετά τις τότε εκλογές, με την οικονομική κρίση να έχει αρχίσει να δείχνει τα δόντια της… Διαβάστε και θα εκπλαγείτε για το πόσο διαχρονικά επίκαιρη είναι η πολιτική κατάσταση στην χώρα μας, με το πολιτικό προσωπικό των κομμάτων να αλλάζει ονοματεπώνυμο, αλλά η συμπεριφορά του να παραμένει η ίδια…. Μην γελιέστε όλοι τον λαό σώνουν, πρώτα, όμως την τσέπη τους και την καρέκλα της εξουσίας που όλοι, μα όλοι λιμπίζονται… Σωτήρες και πάσης Ελλάδος… να ..ούμε, όπως έλεγε και ο αείμνηστος Βασίλης Τριανταφυλλίδης ή άλλως «Χάρυ Κλίν»..

του Νίκου Παρίκου…
Κωλοτούμπες με πατέντα ή σωτήρες του Έθνους…;

Οι εκλογές έγιναν πριν μία εβδομάδα. Ο λαός ψήφισε χωρίς ταμπού αυτή τη φορά με μόνο εμπόδιο την οικονομική ανέχεια που εκτόξευσε την αποχή στο 36.5%.
Το μήνυμα του σαφές. «Δεν εμπιστεύομαι κανένα σας».
Και η επόμενη ημέρα;
Όπως στις δεκαετία του ’60 που οι πελάτες των συνοικιακών οινομαγειρείων έδιναν την παραγγελία τους για την ορφανή μακαρονάδα, «μία από τα ίδια».
Όχι βέβαια για το εκλογικό αποτέλεσμα που έδωσε ένα απρόσμενο, αλλά και δίκαιο όπως φαίνεται, αποτέλεσμα αλλά για την συμπεριφορά των πολιτικών ταγών της χώρας.
Στο ελληνικό ρόκ υπάρχει ένα τραγουδάκι που σ’ ένα στίχο του λέει «… σε λίγο θα μας πούνε και μαλάκες»
Μερικώς ο ποιητής έχει άδικο. Οι πολιτικοί «μας» δεν πρόκειται να μας πουν σε λίγο μαλάκες, μας θεωρούν ήδη.
Εκφράζουν λόγο για μας, χωρίς εμάς.

Έτσι δεν έκαναν πάντα.
Μας μπούκωναν με τα τρίμματα του πλούτου που οι ίδιοι συσσώρευαν για πάρτι τους δανειζόμενοι στο όνομα μας για το καλό μας. Έτσι έλεγαν και έτσι λένε.
Ακόμη και ο χοντροβούβαλος της δημοκρατικής παράταξης ξεφώνισε το περίφημο «μαζί τα φάγαμε».
Θα βρεθούν μάλιστα και αρκετοί που θα πουν «ο λαός μας έκρινε» θεωρώντας ότι καθάρισαν το βιογραφικό τους απ’ όλα όσα έχουν κάνει μέχρι σήμερα.
Βέβαια κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει γι’ αυτό.
Εμείς τους δημιουργήσαμε, εμείς τους ανεχτήκαμε, εμείς τους συντηρήσαμε κι εμείς τους δοξάσαμε πειθόμενοι στο περίφημο:
«είπαμε ένα δωράκι στον εαυτό του αλλά όχι και 500 εκατομμύρια…»
Καταλήξαμε σήμερα και γαμημ… και δαρμένοι να αναζητούμε διέξοδο και σωτηρία σ’ ένα ναυάγιο στο οποίο το πλήρωμα του πλοίου και οι καπετανέοι του έχουν κρύψει όλα τα σωσίβια εκτός από αυτά που κρέμασαν στο λαιμό τους.

Απ’ όσα τραγελαφικά παρακολουθήσαμε από τη Δευτέρα 7 Μαΐου γίνεται αντιληπτό ότι κανένα κόμμα δεν σκέφτεται του ψηφοφόρους του. Ζώντας σε μια γυάλα μακριά από την καθημερινότητα του πολίτη, μιλούν για δημοκρατία, για δημοκρατία, για δημοκρατία και μόνο για δημοκρατία.
Διάλογος κωφών που δεν βλέπει ο ένας τον άλλον και ταυτόχρονα γράφουν στα αρχίδ… τους τις κραυγές αυτών που ο ένας μετά τον άλλον πνίγονται στα θολά νερά της βρώμικης λίμνης που οι ίδιοι δημιούργησαν.
Μιλούν για τη θέληση και τα δικαιώματα των πολιτών που τους ψήφισαν, αλλά κρύβουν καλά ότι ο καυγάς γίνεται για τις καρέκλες. Αυτές τις καρέκλες που δίνουν την ευωχία και τον οργασμό της εξουσίας.

Για να καταλάβει κάποιος πως οι Πατερούληδες του Έθνους συμπεριφέρονται αυτές τις μέρες πρέπει να γνωρίσει την εξής ιστοριούλα.
«Σε μία πλούσια περιοχή τριγυρνούσε ένας τσιγγάνος με τον δεκάχρονο γιό του. Ζούσαν κλέβοντας κοτόπουλα και μπρόκολα από τους αγρότες της περιοχής. Η μόνη πολυτέλεια που είχαν ήταν μία εξάσφαιρη καραμπίνα που ο πατέρας είχε πάρει με δάνειο από τράπεζα. Από τα λεφτά του δανείου είχε βάλει και ένα μικρό ποσό στην άκρη, αλλά σε άλλη τράπεζα για να μην τα βρει η πρώτη. Έτσι κι αλλιώς δεν είχε πρόθεση να πληρώσει το δάνειο. Ένα βράδυ όπως έτρωγαν, γύρω από τη φωτιά τους, ένα κοτόπουλο που προηγουμένως είχαν κλέψει, λέει ο γέρος στο γιό του:
– Αύριο θα κλέψουμε αυτή την ωραία φοράδα που είδαμε σήμερα.
– Ναι, ναι πατέρα, απάντησε ο γιός του με χαρά.
– Μετά θα πάμε τη φοράδα σε εκείνο το βαρβάτο άλογο που είδαμε σε κείνο το απομονωμένο λιβάδι συνέχισε ο γερο – τσιγγάνος. Θα την γκαστρώσει και σε εννιά μήνες θα έχουμε ένα ωραίο και δυνατό πουλαράκι δικό μας.
– Πολύ ωραία πατέρα, πολύ ωραία, ανταπάντησε ο γιός του και συνέχισε, όταν θα γεννηθεί το πουλαράκι θα ανέβω απάνω του καβάλα για να τρέξω μαζί του.
Ο γερο – τσιγγάνος δεν απάντησε αλλά έσκυψε και πήρε από τη φωτιά το σίδερο που είχαν για το συντάβλισμα της. Το σήκωσε και το κοπάνησε στο κεφάλι του γιού του με δύναμη. Αυτός από το χτύπημα έπεσε νεκρός δίπλα στη φωτιά.
Ο γερο – τσιγγάνος τον κοίταξε σκεπτικός και είπε:
«σκατό..???, ποιο είσαι εσύ που θα μου κοψομεσιάσεις το πουλαράκι;»
Αν δεν καταλάβατε, ο τσιγγάνος είναι οι Πατερούληδες του Έθνους και τσιγγανόπουλο όλοι εμείς οι υπήκοοι – ψηφοφόροι τους.
Ότι και να γίνει αυτοί θα συνεχίσουν να «τρώνε» το ψητό κοτόπουλο, όσο για μας ας βάλετε τη φαντασία σας να δουλέψει.
Βλέπετε όλοι μας μιλούν για την αγωνία τους σε ότι αφορά τη μοίρα μας, όλοι υπόσχονται λαγούς αλλά κανείς δεν μας δείχνει το «πετραχήλι» που θα μας φορέσουν.
Τους αρκεί που μας φλομώνουν με τα πουλαράκια που θα μας χαρίσουν.

12 Μαΐου 2012